Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης ή αλλιώς μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα είναι μια σοβαρή χρόνια ασθένεια που συχνά υποδιαγιγνώσκεται. Σύμφωνα με το CDC και το Ινστιτούτο Ιατρικής (Institute of medicine) 836,000 με 2,5 εκατ. Αμερικανών πάσχουν από τη νόσο. Όμως οι περισσότεροι από αυτούς δεν έχουν επίσημη διάγνωση (90%).
Τα άτομα με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης συνήθως δεν είναι σε θέση να εκτελέσουν τις καθημερινές τους ασχολίες. Παρουσιάζουν σοβαρή κόπωση (δεν είναι απλά κουρασμένοι) και έχουν διαταραχές του ύπνου. Μάλιστα τα συμπτώματα αυτά επιδεινώνονται όταν το άτομο προσπαθεί να κάνει όσες δραστηριότητες πρέπει ή θέλει (εξάντληση μετά την άσκηση).
Οι άνθρωποι με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης δε φαίνονται άρρωστοι εξωτερικά. Γι’ αυτό και επαγγελματίες υγείας μη εκπαιδευμένοι στη νόσο μπορεί να μην τη διαγνώσουν σωστά. Ο ασθενής ταλαιπωρείται καταφεύγοντας σε πολλούς γιατρούς αναζητώντας 2η και 3η γνώμη. Δεν είναι λίγες οι φορές που τελικά καταφεύγει σε μη επιστημονικά αποδεδειγμένες θεραπείες.
Η κόπωση αυτή:
Επίσης για τη διάγνωση απαιτείται ένα τουλάχιστον από τα παρακάτω:
Άλλα γενικά συμπτώματα είναι: διαταραχές μνήμης, διαταραχές ύπνου, πόνοι στους μύες και στις αρθρώσεις, κεφαλαλγίες, λεμφαδενοπάθεια, συχνά επεισόδια φαρυγγαλγίας, αλλεργίες, μυϊκή αδυναμία, αρρυθμίες, γαστρεντερικά συμπτώματα (φουσκώματα, διάρροια, δυσκοιλιότητα).
Για τη διάγνωση είναι σημαντική μία εις βάθος εκτίμηση των συμπτωμάτων του ασθενούς και του ιατρικού ιστορικού. Η συζήτηση ασθενούς-γιατρού σχετικά με την καθημερινότητα του πρώτου είναι απαραίτητη.
Ο γιατρός μετά τη λήψη ιστορικού θα ζητήσει τις απαραίτητες εξετάσεις. Λόγω των άτυπων συμπτωμάτων της νόσου είναι σημαντικό να αποφασισθεί εάν θα πρέπει να εκτιμηθεί ο ασθενής από υποειδικότητες (συνήθως νευρολόγο, ρευματολόγο, πνευμονολόγο εξειδικευμένο στις άπνοιες ύπνου) ώστε να αποκλεισθούν νοσήματα με παρόμοια συμπτώματα.
Παρόλο που δεν υπάρχει οριστική θεραπεία για το Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης, τα συμπτώματα μπορούν να αντιμετωπιστούν και να βελτιωθούν.
Η συνεργασία γιατρού, ασθενούς και οικογένειας είναι απαραίτητη. Θα καθορίσει ποιο σύμπτωμα είναι αυτό που δυσκολεύει περισσότερο τη ζωή του ασθενούς και θα αντιμετωπισθεί πρώτο (αγωγή για τον ύπνο, τον πόνο, το άγχος/κατάθλιψη, διαιτολόγιο, υποκατάσταση βιταμινών και ιχνοστοιχείων, πλάνο άσκησης, φυσικοθεραπείες).
Σημαντική σημείωση: Οι ασθενείς θα πρέπει να συμβουλεύονται πάντα το γιατρό τους για όλες τις πιθανές θεραπείες που υποβάλλονται γιατί πολλές αγωγές που διαφημίζονται ως «θαυματουργές» για το Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης είναι αβάσιμες, ακριβές και επικίνδυνες!
Πηγή CDC (Centers for Disease Control and Prevention)